Την περασμένη
Δευτέρα το «Εθνος» επεσήμαινε στη στήλη αυτή ότι η έρευνα για την εγκληματική
δραστηριότητα της νεοναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής τώρα αρχίζει. Είναι
κάτι το οποίο δεν επιδέχεται την παραμικρή αμφισβήτηση. Και παράλληλα
υπογράμμιζε ότι «ποτέ άλλοτε διερεύνηση σοβαρής υπόθεσης δεν ήταν τόσο ανοιχτή
σε προσθήκη κατά τη διάρκεια της ανάκρισης κρίσιμου αποδεικτικού υλικού».
Η χθεσινή απόφαση
ανακριτή και εισαγγελέα να αφήσουν ελεύθερους τους τρεις από τους τέσσερις
κατηγορούμενους βουλευτές, επιβάλλοντας σε όλους απαγόρευση εξόδου από τη χώρα
και ειδικά στον Ηλ. Κασιδιάρη χρηματική εγγύηση 50.000 ευρώ, προκάλεσε εύλογες
απορίες για κάποιες προφανείς αντιφάσεις. Γιατί ναι μεν οι αποφάσεις της
Δικαιοσύνης είναι σεβαστές και πρέπει να εφαρμόζονται, πλην όμως κρίνονται και
οι αποφάσεις και εκείνοι που τις λαμβάνουν.
Η απόφαση
αναγνωρίζει ότι υπάρχει εγκληματική οργάνωση, αποδέχεται ότι υπάρχουν ισχυρές
ενδείξεις συμμετοχής τους σε αυτήν αφού τους επιβάλει περιοριστικούς όρους,
αλλά κρίνει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων αν αφεθούν
ελεύθεροι. Η συμπεριφορά και των τριών μετά την έξοδο από το ανακριτικό γραφείο
σε καμία περίπτωση δεν δικαιώνει την αισιοδοξία ανακριτή και εισαγγελέα.
Αλλά η ανάκριση
ουσιαστικά τώρα αρχίζει. Και λογικά θα είναι πολύμηνη, αφού η δικογραφία είναι
ογκωδέστατη, τα εγκληματικά περιστατικά δεκάδες, οι μαρτυρίες εκατοντάδες, οι
υπό εξέταση τηλεφωνικές συνομιλίες είναι δύσκολο να υπολογιστεί σε ποιον αριθμό
θα φτάσουν και η διερεύνηση των οικονομικών της οργάνωσης δύσκολη και επίπονη.
Κυβέρνηση και
αντιπολίτευση, τα κόμματα του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου», επανέλαβαν και
χθες την εμπιστοσύνη τους στη Δικαιοσύνη και τη βεβαιότητά τους ότι θα φέρει
επάξια σε πέρας το έργο που της ανατέθηκε. Η εμπιστοσύνη τους θα πρέπει να
δικαιωθεί.