Τελικά ο δρόμος για τις ρυθμίσεις των «κόκκινων» δανείων
νοικοκυριών και επιχειρήσεων άνοιξε. Κι αυτήν τη φορά οριστικά και με τρόπο ο
οποίος εξυπηρετεί ταυτόχρονα και τις τράπεζες, και τους δανειολήπτες.
Και τα
χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα ενισχύσουν τη ρευστότητά τους, και οι δανειολήπτες
θα ανταποκρίνονται πλέον στις υποχρεώσεις τους έχοντας διασφαλισμένη την κάλυψη
των αναγκαίων δαπανών για τους ίδιους και την οικογένειά τους.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, οι
ελάχιστες δαπάνες διαβίωσης μιας τετραμελούς οικογένειας θα οριστούν στα 1.000
ευρώ.
Με βάση αυτό το δεδομένο θα προσδιορίζεται το αντίστοιχο ποσό για
οικογένειες με περισσότερα και λιγότερα μέλη. Και με το επιπλέον εισόδημα θα
καλύπτονται οι δανειακές υποχρεώσεις.
Οι δόσεις θα είναι μικρότερες και η
διάρκεια αποπληρωμής του δανείου θα επιμηκύνεται ανάλογα.
Αυτονόητο είναι βεβαίως ότι η ομαλή λειτουργία του συστήματος
προϋποθέτει απόλυτη ειλικρίνεια από πλευράς δανειοληπτών.
Αν συνεργαστούν
υποδειγματικά με τις τράπεζες και υπαχθούν στην κατηγορία των «συνεργάσιμων»
δανειοληπτών, τότε είναι ενδεχόμενο να προκύψουν κι άλλες ευεργετικές γι'
αυτούς ρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα και κάποιο «κούρεμα» του χρέους τους.
Αλλά σχετικά με τέτοιες προοπτικές τίποτα δεν είναι ακόμη βέβαιο.
Το μόνο που είναι προς το παρόν βέβαιο είναι το
κριτήριο των ελάχιστων δαπανών διαβίωσης. Από αυτό ξεκινάνε όλα. Γι' αυτό και η
επιτυχία ή όχι του εγχειρήματος θα κριθεί όχι μόνο από την ειλικρίνεια των
δανειοληπτών αλλά και από τον τρόπο ορισμού των ελάχιστων δαπανών, μια και οι
ανάγκες όλων των τετραμελών, για παράδειγμα, οικογενειών δεν είναι υποχρεωτικά
ίδιες.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι τέτοιες παράμετροι δεν θα υπονομεύσουν ένα
μέτρο που φιλοδοξεί να θέσει υπό έλεγχο ένα εκρηκτικό κοινωνικό πρόβλημα.