Αν πιστεύεις πως οι καταλήψεις
δημόσιων χώρων και τα συμπαρομαρτούντα προάγουν τον πολιτισμό, τότε, αν είσαι
σοβαρό κράτος, οφείλεις να τα ενισχύεις. Και σε καιρούς δύσκολους, όπως οι
σημερινοί, η ενίσχυση πρέπει να είναι έμπρακτη. Χορτάσαμε από δηλώσεις
κατανόησης και συμπαράστασης. Ο πολιτισμός χρειάζεται χρήμα. Τούτων δοθέντων
δεν αντιλαμβάνομαι τις αντιδράσεις για την απόφαση του κ. Φίλη να χορηγήσει 40.000
ευρώ στο Αριστοτέλειο για την αποκατάσταση των ζημιών από το φεστιβάλ των «No
Border Αλληλέγγυων».
Ορισμένοι μάλιστα, έφτασαν να διαμαρτυρηθούν επειδή, λέει,
πριν από λίγο καιρό δεν βρέθηκαν 9.000 ευρώ που θα επέτρεπαν στα Ελληνόπουλα να
συμμετάσχουν στην Ολυμπιάδα των μαθηματικών. Αυτά έχουν οι συντηρητικοί: δεν
μπορούν να συλλάβουν την πολιτιστική σημασία του μπάχαλου.
Κι όμως ο σκληρός πυρήνας της
προοδευτικής διανόησης μας είχε προειδοποιήσει. Πρώτα η κυρία με την
ανεμοδαρμένη κόμη, η οσία Αναγνωστοπούλου που κατέταξε τις καταλήψεις στο
εθιμικό κεφάλαιο της δημοκρατίας μας – κάτι σαν τα μπαλέτα της Δόρας Στράτου
στο πιο αναρχικό. Μετά εκείνη που την ακούς και αναρωτιέσαι ποιος σαρδανάπαλος
θεούλης σου κάνει πλάκα, η κ. Αυλωνίτου η οποία, εν τη σοφία της, απέδωσε το
φαινόμενο στην ανεργία.
Τέλος ο κ. Τόσκας, ο οποίος παρότρυνε τα παιδιά να μην
κλείνονται στους τέσσερις τοίχους των κτιρίων που καταλαμβάνουν αλλά να
βγαίνουν στους δρόμους για να εκφράζονται μαζικά. Αν αντελήφθην το πνεύμα του
το εννοούσε. Ενδέχεται όμως και να μην το αντελήφθην.
Ελάτε τώρα. Τι είναι 40.000 ευρώ;
Αν κάποιος κάνει τον κόπο να μετρήσει τα χρήματα που επενδύθηκαν τις περασμένες
δεκαετίες στον πολιτισμό του ελληνικού καλοκαιριού, στις αρπαχτές, τους
Αριστοφάνηδες, την ελαφρολαϊκή και την έντεχνη πλήξη, τίποτε δεν είναι.
Ενώ στη
Θεσσαλονίκη μαζεύτηκαν καλλιτέχνες από όλον τον κόσμο για να ουρήσουν ελεύθερα
στις εγκαταστάσεις του Αριστοτελείου και να τα σπάσουν στο γειτονικό δημαρχείο.
Ο Γιαν Φαμπρ θα μπορούσε να εντάξει την παράσταση στις εκδηλώσεις του Ελληνικού
Φεστιβάλ. Γιατί ο συντηρητικός μου δαίμονας μου σιγοψιθυρίζει πως όλα αυτά που
ειρωνεύομαι δεν απέχουν και πολύ από την πραγματικότητα της σύγχρονης τέχνης;
Αυτός είναι ο κόσμος μας;
Μια
κοινωνία που εκφράζεται κάπου ανάμεσα στο μπάχαλο της Θεσσαλονίκης και τον
καμπανίτη οίνο που ρέει άφθονος στα πόδια του Ρέμου στη Μύκονο. Και μη μου
πείτε ότι τα πεντακοσάρικα που καίγονται στον βωμό του βγαίνουν από τσέπες, ενώ
τα 40.000 βγαίνουν απ’ το φαλιρισμένο ταμείο του Δημοσίου. Και τα μεν και τα δε
την ίδια κακοφωνία παράγουν.
Και οι υπόλοιποι; Πού κρύβονται οι
υπόλοιποι;
Η σιωπηρή πλειοψηφία; Ή μήπως είναι σιωπηρή μειοψηφία; Ομως, όσο
ακόμη έχουμε δημοκρατία, και οι μειοψηφίες έχουν δικαιώματα. Θα έλεγα πως αυτό
που χρειάζεται ο τόπος είναι μια πολιτιστική επανάσταση. Αν δεν είχα προ πολλού
συνειδητοποιήσει ότι το επαναστατικό δίκαιο, όπως αποδεικνύει η Ιστορία, είναι
πιο άδικο από το δίκαιο που καταλύει.
Γι’ αυτό και εδώ και χρόνια ο οργανισμός
μου παράγει αλλεργικές αντιδράσεις στη λέξη επανάσταση, πολιτική, κοινωνική,
οικονομική, καλλιτεχνική.
Βρίσκω σοφότερη τη χρήση
ωτοασπίδων. Η ελληνική κακοφωνία δεν έχει καμία απολύτως σημασία αν δεν την
ακούς. Απλώς περιμένεις να περάσει η νύχτα.