Οι αποφάσεις της ΦΑΓΕ να
μεταφέρει την έδρα της στο Λουξεμβούργο και της Coca Cola 3E να μεταφέρει τη
διαπραγμάτευση των μετοχών της στην αγορά του
Λονδίνου και την έδρα στην Ελβετία, δείχνουν πως πολλά έχουν ακόμα να γίνουν
στους τομείς της αποκατάστασης της αξιοπιστίας της χώρας μας και της σωστής
λειτουργίας του κράτους.
Δείχνουν πως -παρά το γεγονός ότι το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την eυρωζώνη έχει απομακρυνθεί- πολλά στο εσωτερικό της χώρας είναι ακόμα ευάλωτα και προβληματίζουν τους επιχειρηματίες.
Όλοι ανησυχούν. Για τις προοπτικές της χώρας και, κυρίως, για την έλλειψη οράματος. Πάνω απ΄ όλα, όμως, επιλέγουν το -σαφώς ευνοϊκότερο- φορολογικό καθεστώς, αλλά και το σταθερό περιβάλλον - σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο- αυτών των χωρών.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι ήδη τρεις γαλλικές εταιρίες – δύο τράπεζες, η Credit Agricole και η Societe Generale και η αλυσίδα supermarket Carrefour – είπαν «Αντίο» στην Ελλάδα, με πολύ μεγάλοκόστος.
Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι η πλευρά Δαυίδ (3Ε) χτυπούσε διαρκώς καμπανάκια, λόγω των φόρων.
Ο πρώτος, λοιπόν, λόγος -αλλά όχι ο σημαντικότερος- είναι η φορολογία.
Εδώ, υπάρχουν δύο αρνητικά δεδομένα: τόσο η υψηλή φορολόγηση (σκεφτείτε ότι στο Λουξεμβούργο δεν φορολογούνται τα μερίσματα, σε αντίθεση με το 25% φόρο στη χώρα μας), όσο -και κυρίως- οι διαρκείς αλλαγές στο φορολογικό καθεστώς.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι -παρά την αισθητή βελτίωση του περιβάλλοντος στη χώρα μας- πρόκειται για κινήσεις που έχουν πάρει το δρόμο τους εδώ και πολύ καιρό και πλέον είναι μη αναστρέψιμες.
Κι αυτό έχει να κάνει με τον τρίτο λόγο, που είναι o κίνδυνος, τον οποίο παίρνει κάθε επιχείρηση, λειτουργώντας στην Ελλάδα. Κίνδυνος, ο οποίος είτε της στερεί κεφάλαια, είτε - στην καλύτερη περίπτωση - την αναγκάζει να δανείζεται πανάκριβα. Φεύγοντας από τη χώρα μας, ενισχύει αμέσως την πιστοληπτική της ικανότητα και τη συνολική εμπιστοσύνη των αγορών απέναντί της.
Τέταρτον, γραφειοκρατία. Οι παθογένειες του κρατικού μηχανισμού ζουν και βασιλεύουν και το οne stop shop παραμένει ακόμα μακρινό όνειρο.
Τι πρέπει να γίνει για να αποκατασταθούν όλα αυτά; Πολύ απλά. Να αποφασιστούν, να νομοθετηθούν και να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις.
Να δώσουμε με αυτό τον τρόπο το δικό μας στίγμα προς τα έξω ότι πολλά αλλάζουν επί της ουσίας εδώ.
Και, πάνω απ΄ όλα, να απλοποιήσουμε το φορολογικό και το αδειοδοτικό καθεστώς και να δεσμευθούμε ότι δεν θα τα αλλάξουμε για τουλάχιστον δέκα χρόνια.
Δείχνουν πως -παρά το γεγονός ότι το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την eυρωζώνη έχει απομακρυνθεί- πολλά στο εσωτερικό της χώρας είναι ακόμα ευάλωτα και προβληματίζουν τους επιχειρηματίες.
Όλοι ανησυχούν. Για τις προοπτικές της χώρας και, κυρίως, για την έλλειψη οράματος. Πάνω απ΄ όλα, όμως, επιλέγουν το -σαφώς ευνοϊκότερο- φορολογικό καθεστώς, αλλά και το σταθερό περιβάλλον - σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο- αυτών των χωρών.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι ήδη τρεις γαλλικές εταιρίες – δύο τράπεζες, η Credit Agricole και η Societe Generale και η αλυσίδα supermarket Carrefour – είπαν «Αντίο» στην Ελλάδα, με πολύ μεγάλοκόστος.
Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι η πλευρά Δαυίδ (3Ε) χτυπούσε διαρκώς καμπανάκια, λόγω των φόρων.
Ο πρώτος, λοιπόν, λόγος -αλλά όχι ο σημαντικότερος- είναι η φορολογία.
Εδώ, υπάρχουν δύο αρνητικά δεδομένα: τόσο η υψηλή φορολόγηση (σκεφτείτε ότι στο Λουξεμβούργο δεν φορολογούνται τα μερίσματα, σε αντίθεση με το 25% φόρο στη χώρα μας), όσο -και κυρίως- οι διαρκείς αλλαγές στο φορολογικό καθεστώς.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι -παρά την αισθητή βελτίωση του περιβάλλοντος στη χώρα μας- πρόκειται για κινήσεις που έχουν πάρει το δρόμο τους εδώ και πολύ καιρό και πλέον είναι μη αναστρέψιμες.
Κι αυτό έχει να κάνει με τον τρίτο λόγο, που είναι o κίνδυνος, τον οποίο παίρνει κάθε επιχείρηση, λειτουργώντας στην Ελλάδα. Κίνδυνος, ο οποίος είτε της στερεί κεφάλαια, είτε - στην καλύτερη περίπτωση - την αναγκάζει να δανείζεται πανάκριβα. Φεύγοντας από τη χώρα μας, ενισχύει αμέσως την πιστοληπτική της ικανότητα και τη συνολική εμπιστοσύνη των αγορών απέναντί της.
Τέταρτον, γραφειοκρατία. Οι παθογένειες του κρατικού μηχανισμού ζουν και βασιλεύουν και το οne stop shop παραμένει ακόμα μακρινό όνειρο.
Τι πρέπει να γίνει για να αποκατασταθούν όλα αυτά; Πολύ απλά. Να αποφασιστούν, να νομοθετηθούν και να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις.
Να δώσουμε με αυτό τον τρόπο το δικό μας στίγμα προς τα έξω ότι πολλά αλλάζουν επί της ουσίας εδώ.
Και, πάνω απ΄ όλα, να απλοποιήσουμε το φορολογικό και το αδειοδοτικό καθεστώς και να δεσμευθούμε ότι δεν θα τα αλλάξουμε για τουλάχιστον δέκα χρόνια.