Σε περίπου επτά
μήνες (δηλαδή σε σύντομο χρονικό διάστημα) έχουμε ευρωεκλογές, όπου οι Ελληνες
πολίτες με τον πιο αυθεντικό τρόπο, την ψήφο τους, θα εκτιμήσουν τα έργα και
τις ημέρες της κυβέρνησης και όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Σε λίγο
καιρό, επίσης, από σήμερα έχουμε τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό στη Βουλή,
που έτσι κι αλλιώς συνιστά ένα είδος «ψήφου εμπιστοσύνης» προς την κυβέρνηση.
Σε αυτό το πλαίσιο η εσπευσμένη πρόταση μομφής του
ΣΥΡΙΖΑ δεν έρχεται να εξυπηρετήσει μια πραγματική πολιτική ανάγκη, ούτε
εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πολιτικό σχέδιο (λ.χ. διαμόρφωσης συμμαχιών,
απομόνωσης της κυβέρνησης κ.λπ.).
Συνιστά περισσότερο μία αψυχολόγητη κίνηση
καταγγελτικού «τακτικισμού» στη λογική του διχαστικού «διπολισμού». Στην ουσία
ξαναθέτει το δίλημμα των «δύο δρόμων»: «Είστε με την κυβέρνηση ή με τον
ΣΥΡΙΖΑ;».
Το ίδιο ερώτημα και με την ίδια λογική το θέτει,
με διάφορους τρόπους καθημερινά και η κυβέρνηση, για τον δικό της λογαριασμό...
Αδιαφορεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ εάν με αυτόν τον τρόπο εμποδίζει τις
ενδοκυβερνητικές διαφοροποιήσεις, εν όψει π.χ. της διαπραγμάτευσης με την
τρόικα. Ως να μην το επιθυμεί... Προτιμάει φαίνεται τα «καθαρά στρατόπεδα»,
διευκολύνοντας τις «αντίπαλες συσπειρώσεις».
Και κάτι ακόμα: Ακυρώνει εν δυνάμει πιθανές
πολιτικές συμμαχιών, καθώς είναι αδύνατον να απαντήσουν θετικά τα άλλα κόμματα
σε ένα δίλημμα «μομφής» κομμένο και ραμμένο στη λογική του διπολισμού.
Σαν να
του αρκεί η σύμπλευση με τον... Καμμένο! Με άλλα λόγια περιορίζει ένα ευρύτερο
και ευρύχωρο πολιτικό βουλευτικό - κομματικό πλαίσιο ρεαλιστικής κριτικής στις
ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές -σε ένα κρίσιμο χρονικό διάστημα-
προτάσσοντας το δίλημμα «ή με μένα ή με την κυβέρνηση».
Ισως έτσι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να συσπειρώνει το
εσωτερικό της ακροατήριο, που δεν βλέπει με «καλό μάτι» μία στροφή ρεαλισμού,
που παράλληλα προωθεί. Ομως έτσι «όλα μαζί» αυτοεξουδετερώνονται.