.Οι κοινωνικές ιεραρχίες του λαϊκισμού

Το πόσο άβολα νιώθουν πολλοί Ελληνες μακριά από την προστασία της κρατικής ομπρέλας φαίνεται και από την αντίληψη που έχουν περί ελεύθερου ανταγωνισμού. Η πιο συνήθης δικαιολογία έχει να κάνει με τη διάτρητη «αξιοκρατία». Θέλουν «σιγουριά», δηλαδή απουσία ελέγχου και κριτικής. Στασιμότητα για όλους.

Γνωστά όλα αυτά, και θλιβερά, και ακόμη πιο απογοητευτικά όταν οι συνδικαλιστές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών «χαιρετίζουν» τις προθέσεις Φίλη για ισοπέδωση των ιδιωτικών σχολείων και διασφάλιση ώς ένα σημείο της θέσης τους ασχέτως αξιολόγησης. Θεωρώ ότι εκφράζουν μια μειοψηφία, αλλά η αντίληψη αυτή είναι διάχυτη. 

Ο ελεύθερος, δημιουργικός και συναρπαστικός κόσμος του ανταγωνισμού για τους περισσότερους Ελληνες είναι «ζούγκλα». Για άλλους είναι «μεσαίωνας». Δεν είναι τυχαίο ότι οι ακρότητες του ΣΥΡΙΖΑ όλο το διάστημα της διακυβέρνησης είναι κοινωνικά ανεκτές από όλους όσοι έχουν μεγαλώσει με τη διαβεβαίωση της προστασίας κάθε ανικανότητας και του κανακέματος κάθε οπισθοδρομικής συμπεριφοράς.

Ευτυχώς, όλα αυτά τελειώνουν, αργά ή γρήγορα. Διότι ο λογαριασμός θα είναι κοινός για όλους και περισσότερο θα πληγούν όσοι πίστευαν ότι θα περάσουν τη ζωή τους εις βάρος της κοινωνίας. Αυτό που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με το αδελφό κόμμα των ΑΝΕΛ, με το οποίο έχει στενή ιδεολογική συγγένεια και κοινό σκοπό την άλωση της αστικής δημοκρατίας, πιθανόν θα αποτύχει προσκρούοντας στις κωμικοτραγικές αντιφάσεις του ερασιτεχνικού λαϊκισμού. Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί να μεταβάλει τους συσχετισμούς της κοινωνίας. 

Εχει σχέδιο να ανατρέψει προς όφελος της μακροημέρευσής του αυτό που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ως «αστικό τρόπος ζωής» και να οργανώσει την κοινωνία με βάση τρεις ομάδες: τη συμπαγή μάζα των ψηφοφόρων του, την οποία ελπίζει να συντηρεί με διχαστική γλώσσα μέσα από τη δεξαμενή του Δημοσίου, τους ιδεολογικούς δορυφόρους σε μικρότερα κόμματα και συμμαχίες που ασπάζονται τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό ή το ταξικό μίσος, όπου εμφανίζεται κυρίαρχος άρα και απαραίτητος,

 και, τέλος, τη νέα «ελίτ», μέσα από τα νέα δίκτυα διαπλοκής, αλληλεξάρτησης και νέου χρήματος. Αυτό το σχέδιο, άλλωστε, είναι κοινό σε όλα τα συστήματα λαϊκισμού. Αλλά για να επιτύχει, έστω εν μέρει, απαιτούνται χρόνος και ευελιξία χειρισμών. Και τα δύο απουσιάζουν.

.Τα δημοψηφίσματα του κ. Τσίπρα

Α​​πό τις προτάσεις που διατύπωσε προ ημερών ο πρωθυπουργός για την αναθεώρηση του Συντάγματος, αποκαλυπτικότερες για τις βαθύτερες αντιλήψεις του είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτές που αναφέρονται στον θεσμό του δημοψηφίσματος.
Ο κ. Τσίπρας πρότεινε την καθιέρωση, ούτε λίγο ούτε πολύ, τεσσάρων τύπων δημοψηφίσματος:

Πρώτα απ’ όλα, για την κύρωση «οποιασδήποτε συνθήκης μεταβιβάζει κυριαρχικές αρμοδιότητες του κράτους», σε διεθνείς (προφανώς) οργανισμούς. Δηλαδή, για κάθε περαιτέρω ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή ακόμη και του Δικαστηρίου της Ε.Ε. θα χρειάζεται το «ναι» του λαού σε δημοψήφισμα.
Δεύτερον, για την επίλυση «εθνικών θεμάτων», με πρωτοβουλία 500.000 πολιτών.

Τρίτον, για την κατάργηση ψηφισμένου νόμου (εξαιρουμένων των δημοσιονομικών), με πρωτοβουλία αυτή τη φορά ενός εκατομμυρίου πολιτών.
Τέταρτον, για την υιοθέτηση νέου νόμου, για οποιοδήποτε (;) θέμα, χωρίς μεσολάβηση της Βουλής, επίσης με πρωτοβουλία ενός εκατομμυρίου πολιτών.
Ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό των ανωτέρω προτάσεων; 

Η ενίσχυση –όπως λέγεται– της άμεσης δημοκρατίας. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, «είναι καιρός να αφήσουμε στην άκρη τον φόβο απέναντι στη λαϊκή κρίση και να εμπιστευτούμε τη δημοκρατία […], να εμπιστευτούμε πραγματικά τον λαό».
Η θέση αυτή παίρνει τις πραγματικές της διαστάσεις αν τη δει κανείς με φόντο την κριτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Στα μνημόνια, όπως υποστηρίζεται, φθάσαμε διότι στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων επικράτησαν οι τεχνοκράτες και η «αποστειρωμένη» αντίληψη της πολιτικής που αυτοί εξέφραζαν. 

Ετσι αποξενώθηκαν οι λαοί από την πολιτική και εξεγέρθηκαν (και όχι γιατί εξέλεξαν και εμπιστεύθηκαν κακούς ηγέτες). Οπως υπογράμμιζε προ ημερών από τις στήλες της «Αυγής» συνάδελφος πανεπιστημιακός, η επίκληση του παραδείγματος του Τάσου Γιαννίτση, «ενός “τεχνοκράτη” που διείδε την ορθή κατεύθυνση, αλλά προσέκρουσε σε αδιαπέραστα τείχη συμφερόντων», απεικονίζει γλαφυρά την καταδικαστέα αυτή αντίληψη.

Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που το 1986 κατηγορούσαν ως προδότη τον Λεωνίδα Κύρκο για υποστολή των κομμουνιστικών συμβόλων, και το 1996 εναντιώνονταν λυσσαλέα στον «εκσυγχρονισμό» του Κώστα Σημίτη, υποστηρίζοντας τον Ακη Τσοχατζόπουλο. 

Και όλα αυτά στο όνομα της γνήσιας «λαϊκής ψυχής» και των αληθινών «λαϊκών συμφερόντων».
Να πρόκειται άραγε για μιαν ακόμη εκδήλωση του τόσο δημοφιλούς στη χώρα μας –και ψηφοθηρικά αποδοτικού– αντιελιτισμού; Δεν το πιστεύω. Δεν έχουμε απλώς να κάνουμε με μια σύγχρονη εκδοχή του δηλιγιαννισμού, αλλά για αμφισβήτηση της πεμπτουσίας των αντιπροσωπευτικών θεσμών. 

Τους τελευταίους, από «αντικαπιταλιστική» ιδεοληψία, πνευματική νωχέλεια ή και αδυναμία να ξεκολλήσουν από τα συνθήματα των νιάτων τους, πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ συστηματικά απαξιώνουν, ταυτίζοντάς τους με τη φαυλότητα και τη διαφθορά.
Λησμονούν εν τούτοις ότι, ως «τέκνο» της νεωτερικότητας, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι απλώς μια τεχνική, που ο διαφωτισμός ανακάλυψε ως απάντηση στην απόλυτη μοναρχία και τον αυταρχισμό.

 Εκλέγοντας τους αντιπροσώπους μας, δεν ψηφίζουμε μόνον κόμματα. Εκφράζουμε και την εμπιστοσύνη μας προς συγκεκριμένα άτομα, προς τις ικανότητες και την ηθική τους υπόσταση, για να διαβουλευθούν με εκείνους με τους οποίους διαφωνούμε. Και τούτο, με την ελπίδα ότι θα βρεθεί στο κοινοβούλιο η βέλτιστη δυνατή λύση σε προβλήματα που, όταν ψηφίζαμε, πολύ συχνά δεν φανταζόμασταν καν ότι θα προκύψουν.

Το μεγαλείο, με άλλα λόγια, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν είναι ότι αποτελεί εναλλακτική λύση σε μιαν ουτοπική στις μέρες μας Εκκλησία του Δήμου, όπου όλοι οι πολίτες θα συζητούσαν και θα αποφάσιζαν τάχα σε καθημερινή βάση για τα κοινά. Βρίσκεται, αντίθετα, στο ότι είναι η μόνη που μπορεί να εξασφαλίσει τη λήψη αποφάσεων χωρίς παρορμήσεις, ύστερα από διαβούλευση, σε δυσεπίλυτα προβλήματα, ελάχιστα από τα οποία μπορούν να αντιμετωπισθούν στη λογική του μαύρου και του άσπρου.

Το αμείλικτο μάθημα της Ιστορίας είναι ότι η εναλλακτική λύση στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν είναι η άμεση. Είναι η άβυσσος και ο ζόφος της χειρότερης δικτατορίας. Ας το καταλάβουν επιτέλους κάποιοι αμετανόητοι ρομαντικοί της επανάστασης και στον τόπο μας.
Πιστεύει, αλήθεια, ο κ. Τσίπρας, ότι στη σημερινή Ελλάδα, θα μπορούσε ποτέ με δημοψήφισμα να καταργηθεί η αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες ή να καθιερωθεί το σύμφωνο συμβίωσης; Θα μπορούσαν να λυθούν με ένα «ναι» ή ένα «όχι» ζητήματα όπως η προστασία των δασών ή η αναθεώρηση του άρθρου 16;

Στις μέρες μας, όπως έδειξε τον περασμένο Ιούνιο το Brexit και επιβεβαιώνει καθημερινά η συνεχιζόμενη δημοφιλία του Ντόναλντ Τραμπ, της Μαρίν Λεπέν και του Μπόρις Τζόνσον, ακόμη και οι ωριμότεροι λαοί είναι έτοιμοι να ενδώσουν στα απλοϊκά συνθήματα του λαϊκισμού. Δεν είναι λύση το να μιμηθούμε τέτοιου είδους πολιτικούς, προβάλλοντας τα «ορθά» συνθήματα αντί για τα ψεύτικα. Γιατί παίζοντας στο γήπεδό τους είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα χάσουμε τη μάχη.

Η λύση, απεναντίας, βρίσκεται στο να εντοπίσουμε τα πραγματικά προβλήματα και να συμφωνήσουμε εκ των προτέρων, όχι βέβαια για τις λύσεις που πρέπει να δοθούν (αυτές κάθε άλλο παρά είναι δεδομένες), αλλά στον προσφορότερο τρόπο για να τις βρούμε: με διαβούλευση «μέχρις εσχάτων» ώστε, στο τέλος, με αμοιβαίες υποχωρήσεις, να καταλήξουμε στην ορθότερη.
Με δημοψηφίσματα αυτό δεν επιτυγχάνεται.

* Ο κ. Ν.Κ. Αλιβιζάτος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

.Αμερικανικές πρωτιές

Η ​​ομιλία της Μισέλ Ομπάμα στο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος εντυπωσίασε. Ξεχωρίζω την εξής αναφορά της: αυτή, μια Αφροαμερικανίδα, ζει με την οικογένειά της τα τελευταία οκτώ χρόνια σε ένα σπίτι που έχτισαν κάποτε σκλάβοι από την Αφρική. Κάθε άλλη διευκρίνιση περιττεύει. Οτι το «σπίτι» είναι ο Λευκός Οίκος, ότι ζει εκεί ως Πρώτη Κυρία, σύζυγος του πρώτου Αφροαμερικανού προέδρου στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ομιλία της πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της προεκλογικής υποστήριξης της υποψηφιότητας της Χίλαρι Κλίντον, που, εφόσον εκλεγεί τον ερχόμενο Νοέμβριο, θα είναι η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ.

Πρόσφατα, οι New York Times δημοσίευσαν ένα γράφημα* παρουσιάζοντας τις ιστορικές πρωτιές στον πολιτικό βίο της Αμερικής σε ό,τι αφορά υποψηφιότητες γυναικών, Αφροαμερικανών, Ισπανόφωνων, Ασιατών και ομοφυλοφίλων. Ξεχωρίζω ενδεικτικά:
1. Alexander Twilight: ο πρώτος Αφροαμερικανός που αποφοίτησε από κολέγιο και εξελέγη στη Βουλή του Βερμόντ το 1836.

2. Αntonio Francisco Coronel: ο πρώτος Ισπανόφωνος δήμαρχος του Λος Αντζελες το 1853. Το 1879 ο Romualdo Pacheco γίνεται ο πρώτος ισπανικής καταγωγής αντιπρόσωπος στο Κογκρέσο με πλήρη δικαιώματα ψήφου.
3. Joseph H. Rainey: ο πρώτος Αφροαμερικανός που εξελέγη στη Βουλή της Νότιας Καρολίνας το 1870. Πέντε μόλις χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου σε νότια πολιτεία...

4. Clara Cressingham, Carrie C. Holly και Frances Klock: οι πρώτες γυναίκες βουλευτίνες που εκλέγονται σε πολιτειακό επίπεδο (Κολοράντο) το 1894.
5. Jannette Rankin: η πρώτη γυναίκα που εκλέγεται στο Κογκρέσο το 1916.
6. Bertha K. Landes: η πρώτη γυναίκα δήμαρχος μεγάλης αμερικανικής πόλης (Σιάτλ) το 1926.

7. Miriam Ferguson: η πρώτη κυβερνήτις του Τέξας το 1924.

8. Wing F. Ong: το πρώτο ασιατικής καταγωγής μέλος του πολιτειακού κοινοβουλίου της Αριζόνας το 1946.

9. Elaine Noble: το πρώτο ανοιχτά ομοφυλόφιλο άτομο που εκλέγεται στη Βουλή της Μασαχουσέτης το 1974 (!).

10. Tammy Baldwin: το πρώτο ανοιχτά ομοφυλόφιλο άτομο εκλέγεται στο αμερικανικό Κογκρέσο το 1998 και αργότερα στη Γερουσία.

Ξέρω: οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ιστορικό δουλείας, λιντσαρισμάτων, την Κου Κλουξ Κλαν και την πολιτική του φυλετικού διαχωρισμού (έως το 1954)· η Αμερική έχει ιστορικό βίας, οπλοχρησία και θανατική ποινή, κακή δημόσια υγεία, έχει υψηλό δείκτη χριστιανών φονταμενταλιστών, έχει πολλούς παχύσαρκους, άφθονη υποκουλτούρα και έναν εκνευριστικό πουριτανισμό, εκκρεμούν πολλές πρωτιές ακόμα και ίσως τον Νοέμβριο να μην εκλεγεί η Χίλαρι Κλίντον αλλά ο Τραμπ αυτής της «βαθιάς Αμερικής».

Και πάλι. Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν τις τρομακτικές δυνατότητες αυτής της χώρας συγκριτικά με την Ευρώπη. Για να μην μιλήσω για τη χώρα μας, στην οποία ομοφυλόφιλοι πολιτικοί, άνδρες και γυναίκες, δεξιοί και αριστεροί, κρύβονται το 2016 πίσω από το δάχτυλό τους...

.«Σοβαρός άνθρωπος» στην πολιτική

Κ​​άποιες συζητήσεις στη Βουλή ή στις κοινοβουλευτικές επιτροπές, τηλεοπτικά μεταδιδόμενες, δίνουν την εντύπωση στον πολίτη ότι διασώζονται ακόμα στο πολιτικό προσωπικό της χώρας περιπτώσεις ανθρώπων σοβαρών. Ας συμφωνήσουμε σε κάποια στοιχειώδη κριτήρια «σοβαρότητας»: Κατορθώνουν να δίνουν στον ακροατή-θεατή τους την αίσθηση ότι είναι έντιμοι και νηφάλιοι. 

Οτι διαθέτουν ευφυΐα, έστω και μέσου βεληνεκούς. Δεν είναι απαίδευτοι, δηλαδή έχουν επάρκεια γλωσσικής εκφραστικής, άρα και συλλογιστικής ικανότητας (ως γνωστόν: άνθρωπος χωρίς γλώσσα είναι άνθρωπος χωρίς σκέψη, αφού με τη γλώσσα σκεφτόμαστε). Διαθέτουν την αισθητική καλλιέργεια που προϋποθέτει η ενδυματολογική καλαισθησία.

Το πρώτο ερώτημα που γεννιέται από τη θέα αυτών των εξαιρέσεων: Γιατί η όποια ανθρώπινη ποιότητα υπάρχει στα κόμματα κρατιέται στην αφάνεια, δηλαδή αποκλείεται από την τηλεόραση; Γιατί οι «εκπρόσωποι τύπου» των κομμάτων και οι κομματικοί απεσταλμένοι στις τηλεοπτικές εκπομπές είναι, κατά κανόνα, μικρονοϊκοί, μονόχνωτοι, κωμικά δογματικοί, και επιπλέον άγλωσσοι, απαίδευτοι, ακαλαίσθητοι; Δεν έχουν τα κριτήρια οι αρχηγοί και οι επιτελείς των κομμάτων (και των κυβερνήσεων) να διακρίνουν ποιος τύπος «εκπροσώπου» τούς κολακεύει και ποιος τους δυσφημεί;

Μια εξήγηση θα ήταν, ίσως, το μοντέλο ή η συνταγή για «σαρωτικές επιτυχίες» στο πεδίο του εντυπωσιασμού των μαζών, που αποτέλεσαν στη μεταπολίτευση ο Μένιος Κουτσόγιωργας και ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος. Το κουτσαβάκικο ύφος, η αθυροστομία, η αναίδεια και θρασύτητα, το αδίστακτο ψέμα, οι έμμεσες απειλές (τσαμπουκάς), οι χυδαίοι υπαινιγμοί καταξιώθηκαν σαν «όπλα πολιτικής πάλης».

Καθιερώθηκε «κλίμα» δημόσιου λόγου – η Ν.Δ. και στο πεδίο αυτό, όπως και σε κάθε άλλο πολιτικής πρακτικής, πάσχιζε να μιμηθεί το ΠΑΣΟΚ, να μην υστερήσει σε «εκσυγχρονισμό».
Ο,τι ονομάζουμε «κλίμα» δημοσίου λόγου, κυρίαρχο πολιτικό «κλίμα», κατανοείται πληρέστερα με αναφορά σε πρόσωπα, αλλά αυτή η προσωποποίηση αφήνει κενά κατανόησης στους νεότερους. 
Η ελλαδική κοινωνία γνώρισε τα τελευταία σαράντα χρόνια τόσα ευτελισμένα, ανίκανα (της ντροπής) αχρεία πρόσωπα σε θώκους ηγετικούς (χωρίς να υπάρξει έστω και ίχνος συλλογικών αντανακλαστικών διαμαρτυρίας, καταισχύνης ή οργής) που η ανάμνησή τους και μόνο θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν πέδη ανάσχεσης στη διολίσθηση προς τον ιστορικό αφανισμό. 

Δεν υπήρξαν έγκαιρα αντανακλαστικά οργής ούτε μνήμη ανασχετική του συνεχώς χειρότερου. Το πολιτικό μας σύστημα μπήκε σε τροχιά ραγδαίας αποσύνθεσης, με τα προσχήματα δημοκρατίας να συντηρούνται ως νεκροπομπός φενάκη.
Αλλά μια τέτοια ανάγνωση της ελλαδικής πολιτικής πραγματικότητας επιτείνει τη δυσκολία να ερμηνεύσουμε το πώς γίνεται να υπάρχουν ακόμα «σοβαροί άνθρωποι» στην πολιτική σκηνή. 

Αγόρευε τις προάλλες για τον εκλογικό νόμο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, νέος σχετικά, με στρωτό και ευπρεπή λόγο, καλοχτισμένα επιχειρήματα και ικανότητα να δείχνει ότι το θέμα τον ενδιαφέρει ουσιαστικά, όχι για να κερδίσει εντυπώσεις.
Ομως, αυτός ο νέος (και ας τον υποθέσουμε αγνών προθέσεων) άνθρωπος ακύρωνε τη σοβαρότητά του με την κατάφωρη πολιτική του ανακολουθία και ασυνέπεια: Μιλούσε για ιδιοτέλεια κομματικών σκοπιμοτήτων στο εκλογικό νομοσχέδιο εκπροσωπώντας το κόμμα που υπήρξε ο πανουργότερος μάγειρας εκλογικών συστημάτων, προκειμένου να υποκλέψει την εξουσία.

Και αν το παρελθόν του κόμματός του το αμνηστεύει ο νεαρός βουλευτής νιώθοντας ο ίδιος φορέας του πολιτικά καινούργιου, πώς συμβιβάζει τους οραματισμούς του (και τη σοβαρότητά του) με το «προφίλ» της αρχηγού του; Διερωτήθηκε ποτέ: πού, πώς και από ποιον πρωτοδιορίστηκε σε μισθωτή εργασία η αρχηγός του; 

Αλλά και πέραν της αρχηγού: Ποιες αξιώσεις σοβαρότητας μπορεί να έχει ένας πολιτικός, πιθανόν ταλαντούχος και πάντως κόσμιος ως παρουσία, που επιλέγει να ενταχθεί σε κόμμα «σοσιαλιστικό», όταν στο πολύ πρόσφατο παρελθόν το κόμμα αυτό κυβέρνησε με όρους τού πιο αχαλίνωτου καπιταλισμού, μοιράζοντας με τους συγκυβερνώντες τα ρουσφέτια προκαταβολικά (4-2-1);

Οι παραδειγματικές αναφορές λειτουργούν στον δοκιμιακό λόγο της επιφυλλίδας προφανώς ως ένδειξη, όχι ως καταγγελία. Να παραθέσουμε και μια δεύτερη εικόνα: Μεσήλικα βουλευτή, στην ίδια συζήτηση στη Βουλή, με λόγο σοβαρό, πειστικό, ευπρεπή, που εκπροσωπούσε το κόμμα το αυτοονομαζόμενο «Το ποτάμι». 

Προκαλούσε και αυτός την απορία: Δικαιολογείται ο όρος σοβαρότητα για έναν άνθρωπο ενταγμένον εθελούσια σε κόμμα που η ονομασία του επαγγέλλεται το τίποτα; Να δηλώνει η ονομασία όχι, φυσικά, ιδεοληψίες και ταμπού, αλλά (που να πάρει η ευχή) στόχους κοινωνικούς, κριτήρια ποιότητας της ζωής πέρα από τον καταναλωτικό πρωτογονισμό. Ποια ανθρώπινη σοβαρότητα μπορεί να συμβιβαστεί με τη στράτευση σε κόμμα, που και μόνο ο τίτλος του δηλώνει το πολιτικό τίποτα – θα μπορούσε να είναι το όνομα παρόχθιας ταβέρνας ή εντευκτηρίου εραστών του «καγιάκ».

Βέβαια, κατάντησε κανόνας τις ονομασίες των πολιτικών κομμάτων (όπως και των απορρυπαντικών, αποσμητικών, αλλαντικών κ.λπ.) να τις επινοούν διαφημιστικά γραφεία, με κριτήρια εντελώς α-πολιτικά ή εσκεμμένης αοριστίας και γενικότητας αποβλέποντας στην ψυχολογική πρωταρχικά σαγήνη και στον υποβολιμαίο εντυπωσιασμό των αφελών (βλ. «Νέα Δημοκρατία», «Δημοκρατική Συμπαράταξη», «Πολιτική Ανοιξη» κ.ά.).

 Εφευρίσκουν οι διαφημιστές το «πιασάρικο» όνομα και στη συνέχεια οι ενδιαφερόμενοι προσπαθούν να γεμίσουν το νοηματικό κενό με «ευρήματα» αφηρημένων και συχνά αλληλοαναιρούμενων εννοιών – «κοινωνικός φιλελευθερισμός», «δημοκρατικός σοσιαλισμός», «κεντροδεξιά», «κεντροαριστερά» και ανάλογες πομφόλυγες αοριστολογίας.
Η εδραιωμένη αξιολογική αποτίμηση των πολιτικών από τους πολίτες συνοψίζεται στον αφορισμό: «όλοι ίδιοι είναι». Μάλλον άδικος ο αφορισμός, επειδή αναφέρεται σε πρόσωπα. 

Ισχύει όμως απολύτως και αποδεδειγμένα για τα κόμματα: ναι, «όλα ίδια είναι». Ψηλαφήσαμε την ολοκληρωτική εξομοίωση «πράσινου» και «γαλάζιου» ΠΑΣΟΚ, τους υποστήκαμε να συγκυβερνάνε – μαζί και ο «ερυθρός» Κουβέλης. Ζήσαμε και τους «ριζοσπάστες» του Τσίπρα να τους μεταβάλλει η Κίρκη των «Αγορών» σε ευπειθέστατους διεκπεραιωτές των εντολών της, να απεμπολούν «αρχές» και «παντιέρες» τους, έρμαια αδιάντροπης εξουσιολαγνείας.


Λογικά αλλά και έμπρακτα: τα κόμματα «όλα ίδια είναι» – ίδιες πολιτικές, ίδιος αμοραλισμός, ίδια νοσηρή εξουσιολαγνεία. Αν κάποιοι κομματικοί δίνουν την εντύπωση «σοβαρών ανθρώπων», πρόβλημα έχουμε οι δέκτες της εντύπωσης. Να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους οι ψηφοφόροι ότι με τα υπάρχοντα σήμερα κόμματα, όλα, πολιτική ελπίδα δεν υπάρχει. Ας ξεκαθαρίσουμε στην κρίση μας τα γνωρίσματα του «σοβαρού ανθρώπου»._

.Σύμβολο της Ελλάδας που θέλουμε

Οσοι βρέθηκαν στις πρόσφατες εκδηλώσεις του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος περιγράφουν μια ατμόσφαιρα πανηγυριού που θύμιζε λίγο το πώς νιώθαμε στη διάρκεια των Ολυμπιακών του 2004.
Διψάει ο Ελληνας για κάτι θετικό μέσα στην ατέλειωτη μιζέρια του. 

Και θα το αγκαλιάσει, όπως αγκάλιασε και σεβάσθηκε στο παρελθόν το μετρό ή το αεροδρόμιο. Πέρα από την αρχιτεκτονική ιδιοφυΐα του Πιάνο, το έργο δίνει τη δυνατότητα στην Αθήνα να έχει ένα πανέμορφο τόπο συναντήσεων και εκδηλώσεων.

 Αν μάλιστα κάποτε συνδυασθεί με το υπόλοιπο σχέδιο του Πιάνο για μια ενιαία παραλιακή «βόλτα» από το ΣΕΦ έως τον Φλοίσβο, η Αθήνα θα γίνει μια Βαρκελώνη επί τρία...
Υπάρχει όμως ταυτόχρονα και μια διάχυτη φοβία, συνδυασμένη με τον παραδοσιακό νεοελληνικό κυνισμό. Οι μισοί ανησυχούν για το μέλλον του Πάρκου Νιάρχου, οι άλλοι επαναλαμβάνουν εκείνο το μονότονο «καλά, να δεις σε λίγους μήνες πώς θα έχει γίνει όλο αυτό». 

Οταν ο πρόεδρος του ιδρύματος δήλωσε στο συγκεντρωμένο πλήθος σε μία από τις εκδηλώσεις ότι «θα παραδώσουμε το έργο στο κράτος σε λίγο καιρό», ακούσθηκαν γιουχαΐσματα και φωνές από κάτω. Δεν ήταν όλοι αυτοί νεοφιλελεύθεροι Ταλιμπάν που απεχθάνονται το κράτος σε οιανδήποτε μορφή. 

Απλοί Ελληνες πολίτες ήταν, που δεν θέλουν να το δουν με γκράφιτι παντού, με εκατοντάδες ανεπαρκείς υπαλλήλους να σουλατσάρουν χωρίς σκοπό, εγκαταλελειμμένο όπως οι περισσότεροι δημόσιοι χώροι στον τόπο μας. Φοβούνται, δηλαδή, ότι θα γίνει ή κάτι σαν το Πάρκο Τρίτση ή η αφορμή για ακόμη μία ΔΕΚΟ σπατάλης και διορισμών. 

Τα παραδείγματα επιτυχημένης διαχείρισης δημόσιων χώρων από το κράτος, τις περιφέρειες ή τους δήμους είναι απειροελάχιστα. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά ναι, είναι ο κανόνας.
Μπορούμε να το αποφύγουμε; Δύσκολο, αν το αφήσουμε στα χέρια των πολιτικών μας. Πέρα από τα πολυπόθητα εγκαίνια, προφανώς προσβλέπουν στη μέρα που θα μπορέσουν να διορίσουν κολλητούς και κομματικούς για να το διοικήσουν.


Θα ήταν εξαιρετικό αν τα κόμματα έκαναν μια συμφωνία μεταξύ τους και άφηναν αυτό το έργο έξω από τη μοιρασιά εξουσίας, και τώρα και πάντα. Θα έδιναν ένα μήνυμα ότι κάτι αλλάζει στη χώρα. Σε συνεργασία με το ίδρυμα, θα μπορούσε να βρεθεί και να προσληφθεί ένας ικανός μάνατζερ διεθνών προδιαγραφών, να μπουν κανόνες λειτουργίας, κριτήρια για τις προσλήψεις. 

Και ασφαλώς, με τρόπο δημιουργικό να βρεθεί μια λύση ώστε να διοικείται εκτός του αναποτελεσματικού ζουρλομανδύα του δημόσιου λογιστικού. Θα το τολμούσε αυτό ο κ. Τσίπρας, που μοιάζει να έχει καταλάβει πλήρως την αξία του έργου; Είθε να το αντιληφθεί και είναι βέβαιο ότι θα βρει τη Ν.Δ. και τα άλλα υπεύθυνα κόμματα σύμφωνα. 

Το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος θα μπορούσε να συμβολίζει την Ελλάδα που θέλουμε για το μέλλον. Και μια πολιτική συμφωνία για τη διαχείρισή του θα μπορούσε να υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο θα θέλαμε να διοικούν οι πολιτικοί μας. Είναι μια ευκαιρία να βγάλουμε τον καλό μας εαυτό!

.Τί πίνουν και δεν μας δίνουν... οι «φιλελεύθεροι»;

«Μέσα στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα υπάρχει και μία εν δυνάμει ευκαιρία. Να υπάρξει ένας νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας που θα αναλάβει το έργο να ενώσει τους Έλληνες και να εγγυηθεί την ομαλότητα στους ανώμαλους καιρούς μας. Κι αυτός είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ένα πρόσωπο που συγκεντρώνει συμπάθειες τόσο στον χώρο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς….

Δεν ξέρουμε αν ο Κωστής Στεφανόπουλος, για παράδειγμα, θα ήταν καλός πρωθυπουργός. Ήταν όμως ένας τέλειος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μπορεί να αποδειχτεί ο καλύτερος Πρόεδρος! Η χώρα χρειάζεται τα καλά του στοιχεία, χρειάζεται μία απόλυτα συναινετική λύση για την επόμενη ημέρα. Θα χρειαστεί να κτίσουμε την χώρα και πάλι από την αρχή. Να γίνει μία νέα αρχή από τα ερείπια».

Μην ανησυχείτε. Δεν τα γράφουμε εμείς όλα αυτά. Τέτοια κείμενα μπορεί κανείς να βρει σε… δήθεν φιλελεύθερα σάιτ. Από τη μια είναι καλό να εκθέτει κανείς την άποψή του, να ακούγεται, να διαβάζεται, να συζητείται. Αλλά από την άλλη, είναι διαφορετική η αξιολογική εκτίμηση ενός προσώπου με βάση στοιχεία κι άλλη είναι ένα λιβανιστήρι που θα μπορούσε να έχει γραφτεί κατευθείαν από το περιβάλλον του πρώην πρωθυπουργού.
Δεν έχει σημασία να μιλήσουμε για τα λάθη της κυβέρνησης Καρανμανλή που μίκρυναν τη Νέα Δημοκρατία και παρέδωσαν τη χώρα στα χέρια του Γ. Παπανδρέου και του Αλ. Τσίπρα. Αυτά θα τα γράψει η ιστορία και καλό είναι κάποτε να τα δούμε χωρίς παρωπίδες. Και τα καλά να τονίσουμε και τα κακά που τόσο πλήγωσαν τη χώρα. Κι εν πάση περιπτώσει ποιος πρόσφερε περισσότερα στην Ελλάδα και την παράταξη της δεξιάς κάποια ιστορία θα τα γράψει. 
Όπως όλοι ξέρουμε, το να είσαι απών είτε κυβερνάς είτε είσαι απλός βουλευτής και περιδιαβαίνεις όλη τη χώρα δεν είναι και οι καλύτερες υπηρεσίες στην πατρίδα. Και σίγουρα όχι καλύτερες από κάποιους που μπήκαν στο στόμα του λύκου, πάλεψαν με τα θηρία, υπέστησαν ήττες και νίκες, αλλά το βασικότερο είναι ότι παρέδωσαν καλύτερη Ελλάδα από αυτήν που παρέλαβαν.
Αυτά είναι παρελθόν που κάποιοι θέλουν να ξεχάσουν, άλλωστε η συλλογική αμνησία είναι αυτή που κάνει τους αποτυχημένους μεγάλους ηγέτες. Δείτε για παράδειγμα τον Τσίπρα και την παρέα του τι ήταν και που βρίσκονται…
Το πιο βασικό είναι ότι επιχειρείται μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων και καλλιέργειας ενός περιβάλλοντος όπου θα έχει ως στόχο την… δήθεν εθνική συνεννόηση. Δηλαδή επειδή τάχα έχει ανάγκη ο τόπος την ενότητα, να φτιάξουμε το προφίλ του Καραμανλή έτσι ώστε να πλασαριστεί ως ο ιδανικός πρόεδρος της Δημοκρατίας το 2020. 
Μια δήθεν συναινετική λύση δηλαδή που θα ξεπερνά τα κόμματα γιατί όπως λέει και το παραπάνω φιλελεύθερο άρθρο ο πρώην πρωθυπουργός έχει συμπάθειες και στην Αριστερά. Μα γι’ αυτό και μόνο δεν πρέπει να γίνει πρόεδρος. Γιατί δηλαδή ο δεξιός ψηφοφόρος να ξεχάσει την ανίερη συμμαχία που βρίσκεται στο προσκήνιο όπου πασόκοι, συριζαίοι και καραμανλικοί κυβερνούν τη χώρα με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα;
Γιατί δηλαδή το 2020 ο Καραμανλής θα είναι ο ιδανικός υποψήφιος και δεν ήταν πέρυσι ώστε να γλιτώσουμε από τον κ. Παυλόπουλο και τους συν αυτώ;
Αλλά και γιατί χάθηκαν στην Ελλάδα οι προσωπικότητες που θα ενώσουν και πρέπει να πέσουμε στις ίδιες ξεπερασμένες συνταγές που έχουν καταδικαστεί; Δεν μπορούμε να καταλάβουμε άλλωστε γιατί πρέπει να βάλουμε κάποιον πρόεδρο ο οποίος την ώρα της μεγάλης μάχης για τη σωτηρία της χώρας ήταν στα μετόπισθεν και λιάζονταν του καλού καιρού; Και όταν ήρθε η ώρα των ραγδαίων αλλαγών στη ΝΔ προσπάθησε να επιβάλει τις λύσεις που ήθελε ως… ιδιοκτήτης του κόμματος.
Αλλά είπαμε. Το πιο πιθανό είναι κάποιοι να γράφουν και να ξεπλένουν πληρωμένα ή και απλήρωτα γραμμάτια. Μην ξεχνάμε ότι πριν από λίγο καιρό οι ίδιοι φιλελεύθεροι έβριζαν τον Σαμαρά και ξεσκόνιζαν το παλτό της Γεροβασίλη που εξαπέλυε σφοδρή επίθεση στον πρώην πρωθυπουργό.
Κάποτε πρέπει να μπουν τα πράγματα στη θέση τους στην κεντροδεξιά. Κυρίως να βάλουν μυαλό στη Νέα Δημοκρατία και να μην αθωώνουν ανθρώπους που και το 2009 και την περίοδο 2012-2014 είχαν προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο κόμμα.
Κάποια ανθυποστελέχη και οσφυοκάμπτες της εξουσίας που έκαναν περιουσίες και τώρα το παίζουν παράγοντες θέλοντας να προετοιμάσουν το έδαφος για την επόμενη ημέρα.
Όμως, η επόμενη ημέρα για τη χώρα και κυρίως για τη ΝΔ δεν πρέπει να περιλαμβάνει νέες ανίερες συμμαχίες και ανώμαλους γάμους με τον ΣΥΡΙΖΑ και τα γκρουπούσκουλα. Δεν έχει καμιά σχέση η ΝΔ με τους υβριστές της ορθοδοξίας, τους άθεους και τους εθνομηδενιστές. Όλα αυτά τα αφήνουμε στα «ξεσκονόπανα» του Τσίπρα, τον ακομβίωτο, τον Νικολόπουλο και όλους εκείνους τους δεξιούς που συνωστίζονται στην αυλή του Αλέξη.

Η ΝΔ έχει ανάγκη από καθαρές κουβέντες κι όχι από πολιτικά deal κάτω από το τραπέζι.

.Ηθικό πλεονέκτημα που γίνεται σμπαράλια…

Είναι αδιαμφισβήτητο αξίωμα: η εξουσία διαφθείρει και εξαχρειώνει, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων. Ελάχιστοι, με μεγάλες αντοχές και ειδική προσωπική συγκρότηση, καταφέρνουν να βγουν (σχετικά) αλώβητοι από την άσκησή της. 

Ομως, αυτό συμβαίνει μετά από κάποια χρόνια και, στην περίπτωση των κυβερνήσεων, συνήθως, στη δεύτερη τετραετία τους. Διότι, στην αρχή, οι κυβερνήσεις φροντίζουν να είναι προσεκτικές ή, αλλιώς, τηρούν τα προσχήματα. Αποφεύγουν τις θεσμικές υπερβάσεις και τα πρόσωπα προσέχουν τη συμπεριφορά τους. Είναι αυτό που παλιότερα οι Πρωθυπουργοί αποκαλούσαν «ήθος και ύφος της... περισσότερα »

.Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ: Το μεγαλύτερο σκάνδαλο!

Το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο στη σύγχρονη ιστορία της χώρας και όχι μόνο, ένα σκάνδαλο που θα κοστίσει σε τουλάχιστον 3 γενιές συνολικά πάνω από 120δις ευρώ, ένα σκάνδαλο που ορίζει τον αφανισμό της μεγαλύτερης σε ποσοστό (μεσαίας) τάξης, ένα σκάνδαλο που θα πατάξει κάθε προσπάθεια για αριστεία, δημιουργικότητα και καινοτομία (τα οποία μη ξεχνάμε πως γεννιόνται μέσα από αυτή τη μεσαία τάξη αφού όσοι βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα απασχολούνται απλά και μόνο με την επιβίωσή τους), *αυτό το σκάνδαλο είναι ο ερχομός και παραμονή του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.* Και το παράλογο είναι π... περισσότερα »

.

.

ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΖΩ ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.

Η ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ ΜΟΥ * ΖΩΓΡΑΦΙΩΤΗΣ ΕΔΩ *

.

.

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.