.Η χώρα του «υπαρκτού σουρεαλισμού»

Π​​ριν από δέκα ημέρες η στήλη είχε τίτλο «Η χώρα του υπαρκτού σουρεαλισμού», με αναφορά κυρίως στη συμπεριφορά της κυβέρνησης, αλλά και γενικότερα της πολιτικής τάξης, στο τεράστιο πρόβλημα του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Ο τίτλος ισχύει απόλυτα και αφορά τα απερίγραπτα που γίνονται σε καθημερινή βάση στην Ελλάδα μας. Οποιος αμφιβάλλει δεν έχει παρά να εγκύψει με κάποια προσήλωση στην ειδησεογραφία μιας εβδομάδας. 

Θα ανακαλύψει σημεία και τέρατα, που είτε παίρνουν έκταση στη δημοσιότητα είτε περνούν στα «ψιλά», αλλά όλα μαζί διαμορφώνουν την εικόνα μιας χώρας που δεν έχει καμία σχέση με την απλή λογική, τη στοιχειώδη λειτουργία μιας κοινωνίας και ενός κράτους και, βέβαια, τις αντιλήψεις που επικρατούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εξ ου και η χιλιοτραγουδισμένη «ελληνική πραγματικότητα».
Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι αυτά έχουν επισημανθεί πολλές φορές στο παρελθόν και θα έχει δίκιο. Αλλωστε, παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις, δεν έχει αλλάξει και τίποτα. Ωστόσο, δεν κάνει κακό να επαναλαμβάνονται κάθε τόσο για έναν βασικό λόγο. 
Σαν εκδήλωση αντίστασης στην ολική πολτοποίηση και για να αποφεύγουν την πλήρη αλλοτρίωση όσοι επιμένουν να διατηρούν στοιχεία αυτογνωσίας, επιζητώντας ταυτόχρονα κάτι καλύτερο από αυτό στο οποίο φαίνεται να τους έχει καταδικάσει η «βάσκανος μοίρα». 
Πιο λαϊκά, για να μη θεωρηθεί ότι όλοι σε αυτόν τον τόπο τρώνε κουτόχορτο και νομίζουν ότι η «ελληνική πραγματικότητα» είναι μια φυσιολογική κατάσταση, ή έστω ροή των πραγμάτων.
Τούτων λεχθέντων, τίθενται τα εξής απλά ερωτήματα, έτσι ανάκατα και χωρίς σειρά αξιολόγησης:
• Σε ποια χώρα επιτρέπεται να αποκλείονται ανενόχλητα δρόμοι, τελωνεία, προσβάσεις σε ολόκληρη την επικράτεια από έναν κλάδο (αγρότες) επί έναν ολόκληρο μήνα και όταν κάποια στιγμή υπάρχει παρέμβαση εισαγγελέα, αυτή να αποδοκιμάζεται από τον πρωθυπουργό;
• Σε ποια χώρα οι λεγόμενες «συμβολικές» καταλήψεις υπουργείων και δημοσίων κτιρίων έχουν γίνει θεσμός;
• Σε ποια χώρα η πρόεδρος του Αρείου Πάγου μηνύει πολίτη που άσκησε κριτική, και μάλιστα κόσμια, σε πολιτική της πρωτοβουλία;
• Σε ποια χώρα η Ενωση Δικαστικών και Εισαγγελέων επιχειρεί με ανακοίνωσή της άκρως πολιτική παρέμβαση, κατά παραβίαση του Συντάγματος;
• Σε ποια χώρα ο υπουργός Παιδείας απαγορεύει ουσιαστικά την αξιολόγηση των διδασκόντων σε ιδιωτικά σχολεία και κάποιος επιθεωρητής στέλνει εγκύκλιο ζητώντας να πληροφορηθεί εάν οι τελευταίοι αξιολογήθηκαν;
• Σε ποια χώρα η δημόσια εκπαίδευση σε όλες σχεδόν τις βαθμίδες, αλλά πρωτίστως στη μεσαία και την ανώτατη, έχει τα χάλια όπως εδώ, και μάλιστα με τη συναίνεση όλων των παραγόντων (διδασκόντων, διδασκομένων, συνδικαλιστικών οργάνων, γονέων, πολιτικής ηγεσίας);
• Σε ποια χώρα οι πάσης φύσεως μπαχαλάκηδες μπορούν όποτε θέλουν να επιτίθενται σε κεντρικά γραφεία κομμάτων, να εισβάλλουν στη Βουλή, να τα κάνουν γυαλιά καρφιά στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, να καταλαμβάνουν κτίρια του Πολυτεχνείου και άλλων πανεπιστημίων και να απολαμβάνουν μιας απίστευτης ανοχής;
• Σε ποια χώρα κοινωνικές εκδηλώσεις όπως οι αθλητικοί αγώνες έχουν γίνει έρμαια αλητών, καταστροφέων και μαφιών, σε βαθμό που να απαγορεύεται στους κανονικούς πολίτες να τις παρακολουθούν;
• Σε ποια χώρα ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του έχουν σαν επίσημη πολιτική για το σύνολο της κοινωνίας την ισοπέδωση προς τα κάτω, είτε σε οικονομικό επίπεδο (φορολόγηση, αντιεπενδυτικό κλίμα) είτε σε επίπεδο αξιοκρατίας (Καρανίκας, Σχινάς κ.λπ.);
• Σε ποια χώρα ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του αρνούνται πεισματικά να διαχωρίσουν τους πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες, συμβάλλοντας στη μεγέθυνση του προβλήματος;
Τα ερωτήματα θα μπορούσαν να είναι αναρίθμητα, και η παραπάνω σταχυολόγηση είναι από την τρέχουσα επικαιρότητα. Η απάντηση, όμως, είναι μία και κοινή, τόσο γι’ αυτά που αναφέρονται όσο και για τα άλλα που παραλείπονται. Σε καμία χώρα της Ευρώπης, ίσως και της ανεπτυγμένης Δύσης, δεν συμβαίνουν όλα αυτά μαζί. Καμία χώρα δεν είναι τέλεια, ούτε αποστειρωμένη, αλλά αυτή η γενική στρέβλωση των πάντων που υπάρχει εδώ δεν απαντάται πουθενά αλλού. 
Το γεγονός ότι η Ελλάδα θεωρείται ακόμη συγκροτημένη –στα χαρτιά– και όχι αποτυχημένη χώρα –όπως είναι στην πραγματικότητα– αποτελεί ένα ανεξήγητο θαύμα. Πόσο όμως διαρκούν τα θαύματα; Γι’ αυτό ίσως είναι περισσότερο παρήγορο να αναφερόμαστε σε αυτήν ως χώρα του «υπαρκτού σουρεαλισμού». Ισως κάποια στιγμή θα μπορούσε αυτή η ιδιότητά της να προστεθεί στο κλίμα, το φως, τη θάλασσα, τα αρχαία μνημεία, για την προσέλκυση τουριστών...  

.H «Mεγάλη Σύνοδος» ποιον αφορά;

Ο​​ι ανά τον κόσμο «Oρθόδοξες» χριστιανικές Eκκλησίες θα πραγματοποιήσουν «Mεγάλη Σύνοδο», τον ερχόμενο Iούνιο (2016). Στην Kρήτη, την ημέρα της Πεντηκοστής.
Συνετά η γενική αυτή Σύνοδος ονομάζεται «Mεγάλη» και όχι, όπως σε προγενέστερους αιώνες, «Oικουμενική». Δεν γίνεται να χαρακτηριστεί Oικουμενική μια σύνοδος χριστιανικών εκκλησιών όσο η Xριστιανοσύνη εμφανίζεται, στη διεθνή ιστορική σκηνή, πολυδιασπασμένη σε μέγα πλήθος διαφοροποιημένων, αυτόνομων και ανεξάρτητων «ομολογιών», «κλάδων», «δογμάτων».
Oσο η Xριστιανική Eκκλησία ήταν αδιάσπαστη και κυριολεκτούσε η ονομασία «εκκλησία» (δεν είχε αλλοτριωθεί σε θρησκεία και ιδεολογία), την ενότητά της την εξασφάλιζε το «συνοδικό» της σύστημα: Συνέρχονταν σε «σύνοδο» οι «επίσκοποι» των κατά τόπους Eκκλησιών, για να αντιμετωπίσουν όποιο πρόβλημα είχε δημιουργηθεί. Δύσκολο σήμερα να κατανοήσουμε την τότε πραγματικότητα, επειδή το νοηματικό περιεχόμενο των λέξεων έχει ριζικά αλλοιωθεί.
Σήμερα η λέξη «εκκλησία» παραπέμπει σε σύνολο ατόμων που απλώς ασπάζονται τις ίδιες «θρησκευτικές πεποιθήσεις» και δεσμεύονται στις ίδιες ηθικές υποχρεώσεις. Eνώ τότε (στους αιώνες που γίνονταν «σύνοδοι») οι άνθρωποι κατανοούσαν και ζούσαν την Eκκλησία σαν διευρυμένη οικογένεια με κοινό «τρόπο» ύπαρξης και συνύπαρξης. O «τρόπος» ήταν άθλημα ελευθερίας, ελευθερίας από την ορμέμφυτη ιδιοτέλεια, με στόχο την αγαπητική κοινωνία της ζωής, την ερωτική αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά.
Στην ίδια οπτική και ο «επίσκοπος» δεν ήταν ο οργανωτικός διευθυντής, διοικητής μιας συλλογικότητας ομοφρόνων ούτε «καθοδηγητής», υπεύθυνος «διαφώτισης». Hταν ο «πατέρας», κυριολεκτικά: «γεννούσε» κοινωνούς μιας κοινωνίας της ζωής ως σχέσης, γεννούσε τους μετόχους της μετοχής στον εκκλησιαστικό «τρόπο» της ύπαρξης: Nα υπάρχουν οι άνθρωποι επειδή αγαπάνε και στο ποσοστό που αγαπάνε.
Eτσι και η «σύνοδος» των επισκόπων δεν ήταν μια Γενική Συνέλευση «υψηλόβαθμων διοικητικών στελεχών», όπου καθένας κατέθετε την ατομική του γνώμη και άποψη προκειμένου να βρεθούν «συγκλίσεις», να κατορθωθεί με συμβιβασμούς ομογνωμία – όχι. 
Στη σύνοδο κάθε επίσκοπος κατέθετε την κοινή εμπειρία, την κοινωνούμενη και μαρτυρούμενη από τα μέλη του σώματος της τοπικής Eκκλησίας - επισκοπής του, τον καρπό του χαρίσματος της δικής του πατρότητας. Aν εξέφραζε ο επίσκοπος την ατομική του «ιδίαν γνώμην και δοξασίαν», άσχετη με τον «τρόπο» που συγκροτούσε σε σώμα την επισκοπή του, τότε, επιστρέφοντας από τη σύνοδο, η Eκκλησία του τον απέπεμπε, της ήταν ξένος, ακοινώνητος.
Oι σύνοδοι ήταν ή τοπικές, για να αντιμετωπίσουν τοπικών Eκκλησιών προβλήματα, ή οικουμενικές, για προβλήματα της «καθόλου» Eκκλησίας. «Kριτήριον αληθείας» για τις αποφάσεις των συνόδων ήταν η καθολικότητα της αναγνώρισης των αποφάσεων – η εμπειρία κάθε τοπικής Eκκλησίας να αναγνωρίζει στις συνοδικές αποφάσεις τη δική της έκφραση και διατύπωση. Δεν υπήρχε άλλο «κριτήριο» - «κανόνας» - «αλάθητος κώδικας» - «ύψιστη αυθεντία» που να εγγυάται την αλήθεια. 
Aκόμα και τα κείμενα της «Kαινής Διαθήκης» απολάμβαναν τον γενικό σεβασμό ως γραπτή μαρτυρία της εμπειρίας της πρώτης Eκκλησίας, των «αυτοπτών γενομένων» της ιστορικής παρουσίας του Xριστού, όχι ως ειδωλοποιημένα κείμενα καθεαυτά (– η ειδωλοποιητική «θεοπνευστία» των κειμένων είναι τυπικό προϊόν της προτεσταντικής θρησκειοποίησης του Xριστιανισμού, τον 16ο αιώνα).
H ιστορική εμπειρία βεβαιώνει ότι μια εκκλησιαστική σύνοδος δεν συνεκαλείτο για να «καταδικάσει» λαθεμένες απόψεις και να επιβάλει τις «αλάθητες» – τέτοιες σκόπιμες διεργασίες συντελούνται μόνο σε ιδεολογικά στρατόπεδα, όχι σε περιοχές της κοινής εμπειρίας. (Δεν διανοήθηκε ποτέ κανείς να διοργανώσει σύσκεψη ή συνέδριο, για να καταδικάσει τη «λαθεμένη» και να επιβάλει την «ορθή» εμπειρία του έρωτα ή της μουσικής). Mια σύνοδος «φωτίζει» τη γνησιότητα της εμπειρίας, δεν την απολιθώνει σε «αναγκαστές κατά πάντων» αποφάνσεις και κανονιστικές διατάξεις.
Ποιες εμπειρικές αλήθειες αποβλέπει να «φωτίσει» η Mεγάλη Σύνοδος, τον προσεχή Iούνιο, στην Kρήτη; Σίγουρα εκκρεμούν πελώριες συγχύσεις σε θεμελιώδη ζητήματα – ακόμα και λέξεις όπως «εκκλησία», «πίστη χριστιανική», «ορθοδοξία» μοιάζουν κρεμάστρες όπου κρεμάμε τα πιο πολυπάρδαλα ρούχα. 
H τελευταία Oικουμενική Σύνοδος είχε συγκληθεί πριν από δεκατρείς αιώνες, και από τότε ώς σήμερα μεσολάβησαν κοσμογονικές αλλαγές και μεταστοιχειώσεις θεμελιακές τόσο στο πεδίο της Xριστιανικής Eκκλησίας όσο και στη διαμόρφωση του ανθρώπινου βίου σε παγκόσμια κλίμακα.
H Eκκλησία γεννήθηκε ιστορικά και αυξήθηκε μέσα σε πολιτισμικό «παράδειγμα» κοινωνιοκεντρικό, που δεν υπάρχει πια. Eδώ και μερικούς αιώνες το «παράδειγμα» είναι ατομοκεντρικό σε παγκόσμια κλίμακα. 
Tο εκκλησιαστικό γεγονός το κατάπιε η ατομοκεντρική θρησκευτικότητα. H λέξη «εκκλησία» δεν μπορεί πια να σημαίνει σώμα που συγκροτείται ως άθλημα σχέσεων κοινωνίας της ζωής – σημαίνει θρησκευτικό ίδρυμα Δημοσίου Δικαίου. «Πίστη» δεν σημαίνει κατόρθωμα εμπιστοσύνης, δηλώνει ατομικές «πεποιθήσεις», επιλεγμένες ατομικά, ταυτόσημες με οποιοδήποτε ιδεολόγημα ψυχολογικής χρήσης.
 H λέξη «σωτηρία» δεν παραπέμπει σε χάρισμα: να γίνει «σώος» ο άνθρωπος, ακέραιος, να φτάσει στην ολοκληρία - πληρότητα της ύπαρξης, από την αγαπητική οδό της αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς – όχι. Σωτηρία στην ατομοκεντρική θρησκευτικότητα σημαίνει: με εγγύηση καλών πράξεων και ορθών πεποιθήσεων να εξασφαλίζει το ναρκισσιστικό εγώ ατελεύτητη ύπαρξη σε γραμμικό χρόνο δίχως πέρας.
Aν δεν αναμετρηθεί με αυτή την πελώρια πρόκληση: τη θρησκειοποίηση της Eκκλησίας, τη ριζική αλλοτρίωσή της σε ατομοκεντρικό ιδεολόγημα και ψυχολόγημα, αν παρακάμψει αυτή την κυρίαρχη πραγματικότητα, τι νόημα έχει σήμερα μια Mεγάλη Σύνοδος; 
H «αλάθητη παπική καθέδρα», ιστορική μήτρα όλων των ολοκληρωτισμών, είναι Eκκλησία ή δεν είναι; Kαι σε τι διαφέρει από την εθνικιστική «αυτοκεφαλία» των «ορθόδοξων» εκκλησιών, υποταγμένων στον επαρχιωτισμό κρατικών πολιτικών σκοπιμοτήτων;
 Γιατί ο αφελής προτεσταντικός ρασιοναλισμός και πουριτανισμός που γέννησαν τον καπιταλιστικό εφιάλτη (Mαξ Bέμπερ) δυναστεύουν σήμερα την πρακτική του βίου τόσο των «ρωμαιοκαθολικών» όσο και των «ορθόδοξων» Xριστιανών;
Tα θέματα που θα συζητήσει η Σύνοδος και η «γλώσσα» της διατύπωσής τους απαιτούν μια δεύτερη επιφυλλίδα.

.Το χρέος και η ξερή «Ιθάκη»

Κάθε πρωθυπουργός στην εποχή των μνημονίων χρειάζεται ένα μεγάλο στόχο ή μια χίμαιρα, εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς, για να συνεχίσει να... πηγαίνει στο γραφείο του. Ο κ. Τσίπρας, εξ όσων διαβάζουμε, θεωρεί τη ρύθμιση του χρέους τη δική του «Ιθάκη». Πιστεύει, δηλαδή, ότι πετυχαίνοντας τη ρύθμιση του χρέους, θα μπορέσει να επιβιώσει πολιτικά και να ισχυρισθεί ότι άφησε κάτι απτό πίσω του.

Ενα ερώτημα είναι πώς θα φτάσουμε από εδώ που είμαστε σήμερα στην τελική διαπραγμάτευση για το χρέος. Αλλά ας πούμε ότι φτάνουμε, με κάποιο μαγικό τρόπο, σε εκείνο το σημείο. Ο κ. Τσίπρας θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύο μεγάλα προβλήματα. Το χρέος αναδείχθηκε στο Ιερό Δισκοπότηρο της πολιτικής αναμέτρησης τα τελευταία χρόνια. Ο κ. Τσίπρας και οι λοιποί αντιμνημονιακοί ηγέτες έπεισαν μια σημαντική μερίδα του ελληνικού λαού ότι με σκληρή διαπραγμάτευση θα μπορούσαν να πετύχουν ένα μεγάλο, καθαρό «κούρεμα».

 Αυτό δεν γίνεται. Εκτός εάν μεσολαβήσουν κοσμοϊστορικά γεγονότα. Καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν θα δεχθεί μια τέτοια λύση. Συνεπώς, η επικοινωνιακή αξία της μείωσης του χρέους θα είναι κατώτερη των προσδοκιών που ο κ. Τσίπρας και άλλοι καλλιέργησαν.

Το δεύτερο, και ίσως μεγαλύτερο πρόβλημα, είναι ότι η ρύθμιση του χρέους με διάφορες μεθοδεύσεις θα συνοδεύεται από αυστηρούς όρους. Η απόφαση έχει ληφθεί στα ισχυρά ευρωπαϊκά κέντρα· ρύθμιση χρέους, μέσω επιμήκυνσης, χαμηλότερων επιτοκίων κ.λπ., χωρίς σκληρούς όρους και επιτήρηση, δεν έχει νόημα. 

Το λένε καθαρά οι άνθρωποι που χειρίζονται την υπόθεση: η αξιοπιστία της χώρας είναι εξαιρετικά μειωμένη και αν αφεθεί στην τύχη της, θα ξαναχρεοκοπήσει. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θα αντέξει να επωμισθεί ένα νέο, ουσιαστικά, μνημόνιο, με όρους και επιτήρηση, για να πετύχει μία ρύθμιση του χρέους.

Η υπόθεση μου θυμίζει λίγο αυτό που είχε πει ένας βουλευτής της Ν.Δ., ο οποίος φημίζεται για το χιούμορ του στις πρωινές τηλεοπτικές εμφανίσεις του, σε έναν πρώην πρωθυπουργό. «Ξέρεις, μου φαίνεται ότι την πατήσαμε», του είπε. «Νομίζαμε ότι η “Ιθάκη” μας είναι η εξουσία. Ομως τώρα που φτάσαμε στην “Ιθάκη”, βλέπω ότι το σκυλί πέθανε, η γυναίκα τα έχει φτιάξει από καιρό με άλλον, τα δέντρα ξεράθηκαν...».

Πέρα από το μαύρο χιούμορ, πάντως, δεν βρίσκω καθόλου αστείο το σενάριο που διαγράφεται μπροστά μας. Γιατί σκάψαμε τόσο πολύ τον λάκκο μας και την αξιοπιστία μας, που δώσαμε το δικαίωμα σε κάποιους να κάνουν το όποιο happy end αυτής της ιστορίας όσο πιο ακατόρθωτο γίνεται.

.

.

ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΖΩ ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.

Η ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ ΜΟΥ * ΖΩΓΡΑΦΙΩΤΗΣ ΕΔΩ *

.

.

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.