Ο κ. Maurice Obstfeld είναι ο επικεφαλής οικονομικός
σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Με την ευκαιρία της παρουσίασης
της μεγάλης ετήσιας έκθεσης για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας απάντησε,
αναπόφευκτα, και σε μια ερώτηση για τα ελληνικά πράγματα.
Η ερώτηση, εξίσου αναπόφευκτη, αφορούσε το σημαντικό ζήτημα διευθέτησης του ελληνικού χρέους και περιείχε την εξής ορθή παρατήρηση: «Υπάρχει η εντύπωση ότι οι Ευρωπαίοι δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν την ελάφρυνση του χρέους που νομίζετε ότι είναι απαραίτητη».
Ο κ. Obstfeld απάντησε με τον ίδιο αφοπλιστικό τρόπο με τον οποίο έχουν απαντήσει, στο πρόσφατο παρελθόν, όλα τα αρμόδια στελέχη του ΔΝΤ. «Πιστεύουμε, είπε, ότι ανεξάρτητα από την πολιτική κατάσταση σε μεμονωμένες χώρες, είναι σημαντικό να βγαίνουν οι αριθμοί». Η έκφραση είναι τυπική ενός τρόπου σκέψης και δουλειάς σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο: κάθε συμφωνία κρίνεται αν είναι ρεαλιστική και βιώσιμη όταν η αριθμητική της είναι σωστή. Οι αριθμοί αποτελούν τη σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν όλες οι κυβερνήσεις και όλοι οι λαοί.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2017 έχει εγγραφεί πρόγνωση δαπάνης ύψους 6,4 δισ. ευρώ για την πληρωμή των τόκων επί του δημοσίου χρέους. Το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο από τα 4 δισ. πλεονάσματος που υπολογίζει να δημιουργήσει η κυβέρνηση. Σημειώστε ότι η αναλογία των τόκων είναι 3,5 εκατοστιαίες μονάδες του αναμενομένου και επιτέλους αυξημένου εγχώριου προϊόντος. Επομένως, το πλεόνασμα δεν επαρκεί: λείπουν κάτι παραπάνω από 2 δισ. ευρώ.
Η κατάσταση αυτή δείχνει τον «διάδρομο», όπως τον αποκαλεί ο κ. Τσακαλώτος, για τα επόμενα χρόνια. Αποδεικνύει όμως ότι ο κ. Τσίπρας, όταν έκλεισε την περυσινή συμφωνία για το Τρίτο Μνημόνιο δεν έκλεισε το κρίσιμο αυτό θέμα του χρέους. Δέχθηκε να συμπράξει στη λατρευτή τακτική των Ευρωπαίων γραφειοκρατών και, γενικότερα, του κατεστημένου των μεγάλων κρατών, γνωστή με το όνομα «extend and pretend» που κωδικοποιεί την πρακτική να μεταφέρεις για αργότερα τις δύσκολες λύσεις προσποιούμενος ότι βρήκες τη λύση.
Στον αγγλοσαξονικό κόσμο χρησιμοποιούν μια άλλη έκφραση: «kick the can down the road» που περιγράφει αυτόν που δεν σηκώνει το τενεκεδάκι αλλά το κλωτσά παρακάτω, αναβάλλοντας την αντιμετώπιση του προβλήματος για κάποιαν άλλη, προσφορότερη, στιγμή.
Για μία ακόμη φορά τα στελέχη του Ταμείου είναι οι μόνοι πραγματικοί και ειλικρινείς σύμμαχοί μας στο θέμα του χρέους (και όχι μόνον). Ομως, οι υπουργοί, τα στελέχη και οι σύμμαχοι του κ. Τσίπρα σιχαίνονται όλα τα άλλα που ζητεί το ΔΝΤ.
Στην Ουάσιγκτον, αυτές τις μέρες, σε κάποια στενόχωρη αίθουσα, θα κριθεί η ικανότητα της κυβέρνησης να παραμείνει στο στενό έδαφος του ρεαλισμού. Θα είναι, σε ό,τι αφορά το Ταμείο, η τελευταία ευκαιρία.
Η ερώτηση, εξίσου αναπόφευκτη, αφορούσε το σημαντικό ζήτημα διευθέτησης του ελληνικού χρέους και περιείχε την εξής ορθή παρατήρηση: «Υπάρχει η εντύπωση ότι οι Ευρωπαίοι δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν την ελάφρυνση του χρέους που νομίζετε ότι είναι απαραίτητη».
Ο κ. Obstfeld απάντησε με τον ίδιο αφοπλιστικό τρόπο με τον οποίο έχουν απαντήσει, στο πρόσφατο παρελθόν, όλα τα αρμόδια στελέχη του ΔΝΤ. «Πιστεύουμε, είπε, ότι ανεξάρτητα από την πολιτική κατάσταση σε μεμονωμένες χώρες, είναι σημαντικό να βγαίνουν οι αριθμοί». Η έκφραση είναι τυπική ενός τρόπου σκέψης και δουλειάς σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο: κάθε συμφωνία κρίνεται αν είναι ρεαλιστική και βιώσιμη όταν η αριθμητική της είναι σωστή. Οι αριθμοί αποτελούν τη σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν όλες οι κυβερνήσεις και όλοι οι λαοί.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2017 έχει εγγραφεί πρόγνωση δαπάνης ύψους 6,4 δισ. ευρώ για την πληρωμή των τόκων επί του δημοσίου χρέους. Το ποσό αυτό είναι μεγαλύτερο από τα 4 δισ. πλεονάσματος που υπολογίζει να δημιουργήσει η κυβέρνηση. Σημειώστε ότι η αναλογία των τόκων είναι 3,5 εκατοστιαίες μονάδες του αναμενομένου και επιτέλους αυξημένου εγχώριου προϊόντος. Επομένως, το πλεόνασμα δεν επαρκεί: λείπουν κάτι παραπάνω από 2 δισ. ευρώ.
Η κατάσταση αυτή δείχνει τον «διάδρομο», όπως τον αποκαλεί ο κ. Τσακαλώτος, για τα επόμενα χρόνια. Αποδεικνύει όμως ότι ο κ. Τσίπρας, όταν έκλεισε την περυσινή συμφωνία για το Τρίτο Μνημόνιο δεν έκλεισε το κρίσιμο αυτό θέμα του χρέους. Δέχθηκε να συμπράξει στη λατρευτή τακτική των Ευρωπαίων γραφειοκρατών και, γενικότερα, του κατεστημένου των μεγάλων κρατών, γνωστή με το όνομα «extend and pretend» που κωδικοποιεί την πρακτική να μεταφέρεις για αργότερα τις δύσκολες λύσεις προσποιούμενος ότι βρήκες τη λύση.
Στον αγγλοσαξονικό κόσμο χρησιμοποιούν μια άλλη έκφραση: «kick the can down the road» που περιγράφει αυτόν που δεν σηκώνει το τενεκεδάκι αλλά το κλωτσά παρακάτω, αναβάλλοντας την αντιμετώπιση του προβλήματος για κάποιαν άλλη, προσφορότερη, στιγμή.
Για μία ακόμη φορά τα στελέχη του Ταμείου είναι οι μόνοι πραγματικοί και ειλικρινείς σύμμαχοί μας στο θέμα του χρέους (και όχι μόνον). Ομως, οι υπουργοί, τα στελέχη και οι σύμμαχοι του κ. Τσίπρα σιχαίνονται όλα τα άλλα που ζητεί το ΔΝΤ.
Στην Ουάσιγκτον, αυτές τις μέρες, σε κάποια στενόχωρη αίθουσα, θα κριθεί η ικανότητα της κυβέρνησης να παραμείνει στο στενό έδαφος του ρεαλισμού. Θα είναι, σε ό,τι αφορά το Ταμείο, η τελευταία ευκαιρία.