Πέρυσι τέτοια εποχή ένιωσα για πρώτη φορά την ανασφάλεια
που επιφυλάσσει η Ιστορία κάθε 50-60 χρόνια. Τις ημέρες πριν από το
δημοψήφισμα, δεν ήξερα αν η Ελλάδα θα βρισκόταν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας
για πολύ ακόμη, αν θα εξελισσόταν από μια αστική ημιευρωπαϊκή δημοκρατία σε
κάτι άλλο. Δεν ήταν εύκολο για εμάς που μεγαλώσαμε με την πεποίθηση ότι μερικά
πράγματα είναι δεδομένα και αυτονόητα.
Η δική μας
«πλαστική» γενιά ανατράφηκε πιστεύοντας ότι κάθε χρονιά θα είναι καλύτερη από
την προηγούμενη, ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται στο ασφαλές «λιμάνι»
της Δύσης και θα έχει μια γραμμικά ανοδική πορεία. Η κρίση που χτύπησε τη χώρα
το 2009 γκρέμισε πολλές από αυτές τις βεβαιότητες. Είχε όμως κανείς την, σχεδόν
μεταφυσική, πεποίθηση ότι θα περπατούσαμε δίπλα στην άβυσσο χωρίς να πέσουμε σε
αυτήν. Και όντως φτάσαμε κοντά, αλλά το ένστικτο αυτοσυντήρησης μας κράτησε από
το σάλτο μορτάλε. Προτιμήσαμε το τέλμα από την άβυσσο.
Τώρα όμως φαίνεται πολύ καθαρά ότι δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτήν την κρίση.
Αφορά όλο τον κόσμο και κυρίως τη Δύση. Θυμάμαι πριν από πολλά χρόνια τον κ.
Μπαρόζο να λέει σε ένα συνέδριο ότι κανείς δεν θα πρέπει να αποκλείει τίποτα
από εδώ και πέρα στην Ευρώπη, ούτε κινήματα εθνικολαϊκισμού ούτε δικτατορίες,
τίποτα.
Το απέδιδε στη νομοτελειακή συγκριτική φτωχοποίηση της Ευρώπης. Μου
είχε φανεί παράλογο όταν το έλεγε, αλλά προφανώς έβλεπε πράγματα στον ορίζοντα
που οι υπόλοιποι αγνοούσαμε. Και επίσης θυμάμαι σε ένα άλλο συνέδριο τον κ.
Κάμερον να εξηγεί γιατί αποφάσισε να εξαγγείλει το δημοψήφισμα.
Ηταν τόσο
σαφές ότι έπαιρνε μια ιστορική απόφαση έχοντας στο μυαλό του εσωκομματικές
ισορροπίες, δημοσκοπήσεις και τίποτε άλλο... Εκπροσωπεί ίσως, περισσότερο από
κάθε άλλον, τον «πλαστικό» ηγέτη που μοιάζει εντελώς ανεπαρκής σε μια πυκνή και
απρόβλεπτη εποχή.
Εδώ
βρισκόμαστε, όμως, τώρα. Το τσουνάμι του λαϊκισμού σαρώνει το αμερικανικό
πολιτικό σκηνικό και την Ευρώπη. Οι πολίτες που νιώθουν ανασφάλεια στο «τρελό
τρένο» της παγκοσμιοποίησης φωνάζουν στους ηγέτες τους «σταματήστε το να
κατέβω». Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τους έχουν δώσει βήμα έκφρασης,
προσάναμμα για την οργή τους· βοήθησαν στο να μεγαλώσει απίστευτα το χάσμα
ανάμεσα σε αυτούς και τις ελίτ, τα μέσα ενημέρωσης, το όποιο κατεστημένο. Η
μετανάστευση και η συζήτηση γύρω από το Ισλάμ τούς σπρώχνει στα άκρα.
Πολλές
φορές δεν είναι καθαρά οικονομικοί οι λόγοι της οργής. Ο πιο κατάλληλος όρος
που έχω διαβάσει είναι η έννοια του prekariat, σε αντίθεση με τον proletariat.
Δυσκολεύομαι να μεταφράσω τον όρο, αλλά αναφέρεται στον άνθρωπο που νιώθει
συνεχή ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το μέλλον του. Μπορεί ο ίδιος να τα
βγάζει πέρα, όμως δεν είναι διόλου βέβαιος ότι θα μπορέσει να συνεχίσει να ζει
έτσι ή αν τα παιδιά του θα έχουν το ίδιο επίπεδο ζωής.
Η Ελλάδα
βρέθηκε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας μετά το δικό μας δημοψήφισμα, αλλά αυτό
δεν σημαίνει ότι η περιπέτειά μας τέλειωσε. Ενα πρόβλημα είναι πως είμαστε ένα
ανερμάτιστο καράβι που θα πλέει σε ένα πολύ ταραγμένο πέλαγος. Το άλλο είναι
ότι πέρυσι τέτοια εποχή πολλοί σκέπτονταν να φύγουν για να βρουν ένα καλύτερο
αύριο κάπου αλλού στην Ευρώπη αν τα πράγματα πήγαιναν εντελώς στραβά.
Ξαφνικά
νιώθουν, όλοι νιώθουμε, ότι η ήπειρός μας ξανασκοτεινιάζει και ότι βεβαιότητες
και ασφαλή «λιμάνια» δεν υπάρχουν ούτε εντός αλλά ούτε και εκτός. Πώς το λέει
το κινέζικο ρητό; «Μακάρι να ζήσεις σε ενδιαφέρουσες εποχές», «May you live in
interesting times»... Παράπονο δεν έχουμε.